Η ημερίδα πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Δικτύου Ενεργειακών Δήμων Ελλάδας και με τη συμμετοχή του Γενικού Προξενείου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη, της αντιπροσωπείας του ιδρύματος Friedrich Ebert Stiftung στην Αθήνα, του Ελληνο-γερμανικού εμπορικού επιμελητηρίου και του γραφείου της Ελληνο-γερμανικής συνάντησης στη Θεσσαλονίκη.
Θέλω κι εγώ ως Δήμαρχος του Δήμου Φλώρινας, να σας καλωσορίσω στο φιλόξενο τόπο μας και να σας ευχηθώ καλή διαμονή στη Δυτική Μακεδονία.
Η ευρύτερη περιοχή της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και ειδικότερα ο Νομός Φλώρινας αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους ενεργειακούς πόλους της χώρας, λόγω των κοιτασμάτων λιγνίτη που υπάρχουν στην περιοχή και των εργοστασίων παραγωγής ενέργειας που λειτουργούν στη βάση της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων. Εδώ και μερικές δεκαετίες η μεγαλύτερη παραγωγική δραστηριότητα που πραγματοποιείται στην περιοχή είναι η παραγωγή ενέργειας. Η παραγωγική αυτή δραστηριότητα έχει σημαδέψει τον τόπο, θετικά και αρνητικά.
Από την άλλη όμως, η εξόρυξη του λιγνίτη και η λειτουργία των εργοστασίων της ΔΕΗ επέφεραν δυσμενέστατες επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον του τόπου: την υποβάθμιση του υδροφόρου ορίζοντα, την πτώση της στάθμης της λίμνης Βεγορίτιδας, τη μόλυνση του αέρα που αναπνέουμε, με άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των κατοίκων, τη δημιουργία «πληγών» στο πρόσωπο της γης με την εκσκαφή τεράστιων ποσοτήτων λιγνίτη από τα ορυχεία, χωρίς να έχει αποκατασταθεί η περιοχή, τη δημιουργία του ρήγματος Φανού – Ξινού Νερού – Βαλτονέρων, που εγκυμονεί κινδύνους αφανισμού ολόκληρων χωριών και είναι υπεύθυνο για εκτεταμένες ζημιές στο δομημένο περιβάλλον των γύρω οικισμών, την καταστροφή πολλών γεωτρήσεων για τις αγροτικές αρδεύσεις με σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην τοπική οικονομία.
Αποτιμώντας σήμερα την επίδραση της ΔΕΗ στην περιοχή είναι δύσκολο να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα και οι γνώμες στην τοπική κοινωνία διίστανται για τον θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο της παραγωγής ενέργειας στον τόπο. Κυρίως, γιατί τα αντισταθμιστικά οφέλη ήταν ελάχιστα για την ανάπτυξη της περιοχής και την βελτίωση της ποιότητας ζωής αλλά και την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος μας. Ως αυτοδιοίκηση περιοριστήκαμε σε ένα παθητικό ρόλο, που ενθάρρυνε τους αντισυμβαλλόμενους να εφαρμόζουν τη δική τους πολιτική, η οποία πολλές φορές ήταν άδικη και προκλητική. Κατ’ ευφημισμό ήταν τα αντισταθμιστικά και εξυπηρετούσαν βασικά ανάγκες της κεντρικής εξουσίας. Δεν μπορεί η περιοχή μας να αποτελεί το μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής ενέργειας και να της δίνουν ψιχία. Γι’ αυτό οι πολίτες αντιδρούν στην κατασκευή οποιασδήποτε μονάδας, όσο αντιρρυπαντική και αν είναι. Ο τόπος μας χρειάζεται το τέλος εξόρυξης, το ειδικό αναπτυξιακό τέλος να μένουν εδώ που οι πληγές στο περιβάλλον είναι αιτία να χάνονται ζωές. Χρειάζεται ο πολίτης της Δυτικής Μακεδονίας, γιατί όχι, δωρεάν παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, για να αισθάνεται στην ουσία την αναγνώριση από την πολιτεία της θυσίας που κάνει, που χάνει μέρος της ζωής του.
Το μεγάλο ερώτημα είναι, μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση να συγκεράσει τα θετικά με τα αρνητικά της παραγωγής ενέργειας, ώστε το τελικό πρόσημο να είναι θετικό και υπέρ της ποιότητας ζωής, της προστασίας του περιβάλλοντος και της ανάπτυξης του τόπου μας ταυτόχρονα;
Η παραγωγή ενέργειας στον τόπο μας από τις μονάδες της ΔΕΗ είναι απαραίτητη προκειμένου να διατηρηθεί ο κοινωνικός ιστός και να μην υπάρξουν μαζικά φαινόμενα εγκατάλειψης του τόπου από τους νέους ανθρώπους που δεν θα έχουν δουλειά. Παράλληλα, δεν μπορεί η περιοχή μας να γίνεται κρανίου τόπος από την ανεξέλεγκτη εξόρυξη του λιγνίτη, χωρίς να τηρούνται οι περιβαλλοντικοί όροι. Δεν μπορεί το καθαρό τελικό προϊόν να το καρπούται το σύνολο της χώρας και εμείς εδώ να αφιστάμεθα τις συνέπειες της ρύπανσης χωρίς αντισταθμιστικά οφέλη.
Η σπουδαιότητα του συγκεκριμένου ζητήματος είναι τεράστιας σημασίας για το μέλλον, την προοπτική και την ανάπτυξη του τόπου. Οι χιλιάδες των θέσεων απασχόλησης που υπάρχουν στη συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι μεγάλης σημασίας για την οικονομική και εργασιακή πορεία της περιοχής. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χαθεί έστω και μια θέση απασχόλησης, όταν μάλιστα η ανεργία στην περιοχή μας τρέχει με 30%. Η κοινωνική συμφωνία που υπέγραψε η τοπική κοινωνία με τη ΔΕΗ ΑΕ και την πολιτεία θα πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί και να είναι ο συνδετικός κρίκος για την ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.
Είναι γεγονός πως η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μπόρεσε να πείσει τον πολίτη και να τον κάνει συμμέτοχο στις αποφάσεις της και συμπαραστάτη στο διεκδικητικό της πλαίσιο. Κι αυτό γιατί δεν είχε συγκεκριμένο αναπτυξιακό πλάνο στον τομέα της ενέργειας. Έλεγε ναι ή όχι σ’ αυτό που της πρότεινε η κεντρική εξουσία, χωρίς να έχει εναλλακτικές λύσεις και προτάσεις. Έτσι δημιουργήθηκε η ΔΕΗ που είναι και σήμερα πηγή ζωής αλλά και εφιάλτης της περιοχής μας.
Η όξυνση των γνωστών προβλημάτων τα οποία απειλούν την περιβαλλοντική μας ισορροπία, οι αλλεπάλληλες πετρελαϊκές κρίσεις, σε συνδυασμό με την εξάντληση του λιγνίτη, επιβάλουν την ανάγκη να εφαρμοσθεί μια νέα ενεργειακή πολιτική που θα απαντά στις επιταγές τού πρωτόκολλου του Κιότο, θα έχει περιφερειακό χαρακτήρα, αξιοποιώντας από την τοπική αυτοδιοίκηση τα ενεργά διαθέσιμα, όπως είναι ο λιγνίτης, και τις ΑΠΕ. Βεβαίως έχοντας πάντα ως πυλώνα τη διαπίστωση ότι η κατανάλωση των ανανεώσιμων και των μη ανανεώσιμων πόρων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια που είναι σε θέση να αντέξει το περιβάλλον.
Υπάρχει όμως εδώ μια συνιστώσα εξαιρετικά σημαντική. Αυτή της περιφερειακής στρατηγικής στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας και της εφαρμογής περιφερειακής ενεργειακής πολιτικής που θα στηρίζεται στην Αυτοδιοίκηση.
Απαιτείται να διδαχθούμε από τα παραδείγματα χωρών όπως η Αυστρία , η Δανία, η Γερμανία , η Σουηδία , όπου στην παραγωγή και τη διάθεση της ενέργειας παίζουν σημαντικό ρόλο πέρα από το κράτος και τους ιδιώτες και οι Δημοτικές Επιχειρήσεις και όπου η Αυτοδιοίκηση είναι ο κύριος διαμορφωτής της ενεργειακής πολιτικής και συμπεριφοράς.
Μπορεί η Αυτοδιοίκηση να αποτελέσει τον βασικό παράγοντα δημοκρατικού προγραμματισμού και διαβούλευσης στη χωροθέτηση ενεργειακών επενδύσεων. Να προγραμματίσει τη τοπική ανάπτυξη, να εκφράσει τις απόψεις της τοπικής κοινωνίας, να διαμορφώσει την κοινή γνώμη , να γίνει η τράπεζα απόψεων φορέων και πολιτών και να παίξει τον εξισορροπιστικό ή συνθετικό της ρόλο στις αντικρουόμενες πολλές φορές απόψεις.
Η ανάπτυξη και η χρήση εναλλακτικών μορφών ενέργειας είναι εξαιρετικά σημαντική και πρέπει να είναι μία από τις άμεσες προτεραιότητες μας. Και εδώ να επισημάνουμε ότι το τέλος για τις ΑΠΕ δεν μπορεί να παράγεται στον τόπο μας, τη Δυτική Μακεδονία και να διατίθεται ως στήριξη ανά την Ελλάδα στις δραστηριότητες των ΑΠΕ. Πρέπει να παραμείνει στον τόπο μας και να ενισχύσει την Αυτοδιοίκηση στις δραστηριότητες στις ΑΠΕ.
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής μπορεί να διαμορφωθεί έτσι, ώστε να μην υποβαθμίζεται το περιβάλλον. Και σ’ αυτήν την προσπάθεια τον πρώτο λόγο έχει σαφώς η ανάπτυξη νέων, φιλικών προς το περιβάλλον, τεχνολογιών, που εκτιμώ ότι μόνο η αυτοδιοίκηση μπορεί να πραγματοποιήσει αξιόπιστα.
Η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας απαντά στις ανάγκες και τις προκλήσεις των καιρών με τον έγκαιρο προσανατολισμό της στις εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μετεξελίσσεται σε Κόμβο της Ενεργειακής Εγνατίας διασφαλίζοντας σήμερα μια νέα αναπτυξιακή προοπτική, με μέτρο πάντα τον άνθρωπο και με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον.
Ο τομέας της ενέργειας έχει μετεξελιχθεί σε ένα πεδίο έντονου προβληματισμού και ευαισθησίας των πολιτών για το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής τους.
Από τη μια υπάρχει η ανάγκη της εξοικονόμησης ενέργειας σε εθνικό επίπεδο και από την άλλη η συνεχώς αυξανόμενη ευαισθησία των φορέων και των πολιτών σχετικά με τις επιπτώσεις της παραγωγής ενέργειας στο περιβάλλον, έχουν φέρει την ενεργειακή πολιτική και το μέλλον του τόπου μας στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της τοπικής κοινωνίας.
Αν θεωρήσουμε βασικό πρόβλημα του Νομού μας, αυτό της ανεργίας, καταλαβαίνει κανείς γιατί η λειτουργία ΑΗΣ και λιγνιτωρυχείων γίνεται αποδεκτή πολλές φορές χωρίς αντιδράσεις.
Η εφαρμογή καινούριων τεχνολογιών λύνει κάποια προβλήματα, αλλά με τη σειρά της δημιουργεί καινούρια.
Οι προτάσεις μας ως Δίκτυο Ενεργειακών Δήμων είναι συγκεκριμένες και υλοποιήσιμες, οι οποίες θέτουν προ των ευθυνών τους όλους, κράτος, πολίτες, Αυτοδιοίκηση. Κυρίως θα έλεγα εμάς τους ανθρώπους της Αυτοδιοίκησης. Είναι η ώρα που χρειάζεται και πρέπει εμείς ως Τοπική Αυτοδιοίκηση να υιοθετήσουμε την ευρωπαϊκή και εθνική στρατηγική και να τη μετατρέψουμε σε δέσμευση και καθημερινή πράξη, ως κοινωνία των πολιτών
Να αναλάβουμε πρωτοβουλίες και δράσεις, ώστε η περιφερειακή ενεργειακή πολιτική να γίνει πράξη. Η ανάπτυξη της περιφέρειας μας να στηριχτεί στη νέα οργανωμένη πολιτική δράση προς όφελος της κοινωνίας, πάντα με περιβαλλοντική ευαισθησία και σεβασμό στην ποιότητα ζωής των πολιτών μας.
Σας ευχαριστώ».